Υπαίθριο υδραγωγείο Μόνη φιλοσόφου ή κρυφο σχολειό Μόνη Τιμίου Προδρόμου Άγιος Ανδρέας αρχαία Γόρτυνα
near Paliochóri, Peloponnese (Greece)
Viewed 709 times, downloaded 22 times
Trail photos
Itinerary description
Το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης βρίσκεται στην τοποθεσία Κεφαλάρι Αη-Γιάννη λίγο έξω από τη Δημητσάνα. Ανήκει στο Δίκτυο Μουσείων του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς. Δημιουργήθηκε το 1997 από το Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ (νυν Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς) μετά από ανακαίνιση εγκαταλελειμμένων προβιομηχανικών εγκαταστάσεων, με χρηματοδότηση από το Β΄ και Γ΄ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης και με την υποστήριξη της Περιφέρειας Πελοποννήσου. Το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης στη Δημητσάνα είναι ένα θεματικό μουσείο που προβάλλει τη σημασία της υδροκίνησης στην παραδοσιακή κοινωνία, παρουσιάζοντας τις βασικές προβιομηχανικές τεχνικές που χρησιμοποιούν το νερό ως κύρια πηγή ενέργειας για την παραγωγή διαφόρων προϊόντων. Πρόκειται για έναν χώρο ενός περίπου τετραγωνικού χιλιομέτρου, μέσα στον οποίο, στην περίοδο της προβιομηχανικής εποχής, λειτουργούσε ένα μεγάλο βιοτεχνικό συγκρότημα που είχε ως κινητήρια δύναμή του το νερό της ομώνυμης πηγής, του γνωστού Κεφαλαριού του Αϊ-Γιάννη.
Η Μονή Φιλοσόφου είναι μοναστήρι το οποίο βρίσκεται στην χαράδρα του ποταμού Λούσιου, νότια της Δημητσάνας, στο Νομό Αρκαδίας.
Είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου και γιορτάζει στην απόδοση της εορτής, στις 23 Αυγούστου. Είναι χτισμένη στη δυτική πλευρά του φαραγγιού του Λούσιου, 11 χλμ. νοτιοδυτικά της Δημητσάνας και περίπου 86 χλμ. από την Τρίπολη. Η Μονή αποτελείται από δύο μοναστηριακά συγκροτήματα, ένα παλαιό και ένα νέο, τα οποία βρίσκονται σε μικρή απόσταση μεταξύ τους.
Η παλαιά Μονή Φιλοσόφου είναι η πιο ιστορική και παλαιά μονή της Αρκαδίας και από τα παλαιότερα βυζαντινά μνημεία της Ελλάδας. Ιδρύθηκε το 963 από τον Ιωάννη Λαμπαρδόπουλο από τη Δημητσάνα, τον επονομαζόμενο «φιλόσοφο», ο οποίος ήταν γραμματέας («Πρωτοκρίτης») του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά. Από το προσωνύμιό του πήρε και η Μονή το όνομά της. Είχε χαρακτηριστεί σταυροπηγιακή. Ήταν χτισμένη στο εσωτερικό μιας σπηλιάς, πάνω από μια απόκρημνη χαράδρα και σήμερα διατηρείται μόνο ένα μικρό εκκλησάκι Βυζαντινής τεχνοτροπίας του 10ου αιώνα με τις αξιόλογες τοιχογραφίες του. Είναι ναός εγγεγραμμένος τετράστηλος σταυροειδής με οκτάπλευρο τρούλο. Από την υπόλοιπη μονή σώζονται μόνο ερείπια κελλιών και άλλων κτισμάτων, καθώς και μια στέρνα.
Η παλαιά μονή είναι γνωστή και ως «Κρυφό Σχολειό», γιατί κατά την παράδοση λειτουργούσε εκεί στα χρόνια της Τουρκοκρατίας σχολείο που αργότερα εξελίχθηκε σε σπουδαία ιερατική σχολή που λειτούργησε στη Νέα Μονή. Στη Σχολή αυτή φοίτησε πλήθος δασκάλων, ιερέων, μοναχών, ανωτέρων κληρικών, καθώς και ηγετικές μορφές της Εκκλησίας. Από αυτήν αναδείχτηκαν τέσσερις πατριάρχες Ιεροσολύμων, δύο Οικουμενικοί Πατριάρχες και πολλοί ανώτατοι εκκλησιαστικοί άνδρες (Γρηγόριος ο Ε΄, Παλαιών Πατρών Γερμανός).
Η νέα Μονή Φιλοσόφου ιδρύθηκε μετά τα μέσα του 17ου αιώνα (λειτουργούσε ήδη το 1691). Βρίσκεται σε απόσταση τετρακοσίων περίπου μέτρων από την παλαιά Μονή, σε ομαλότερη θέση. Το καθολικό της κτίστηκε το 1661, και κατόπιν κτίσθηκαν και αρκετά κελλιά, χωρίς όμως να εγκαταλειφθεί η παλαιά μονή. Το τέμπλο του καθολικού είναι ξυλόγλυπτο με εξαιρετική διακόσμηση και φέρει εικόνες κρητικής τεχνοτροπίας που αποδίδονται στο ζωγράφο Βίκτωρα (1663). Ο ναός αγιογραφήθηκε το 1693 με δαπάνη του «Μαυραηδή-πασά Φαρμάκη» από τη Στεμνίτσα, ο οποίος είχε εξισλαμισθεί, αλλά επανήλθε στο Χριστιανισμό επί Ενετοκρατίας. Απεικόνιση του χορηγού υπάρχει στη δυτική πλευρά του ναού (υπό τη μορφή τυπικού Ανατολίτη με βλοσυρό ύφος, πολυτελές ένδυμα και κομπολόι) δίπλα στην αγία Ελένη.
Μεταξύ των ετών 1834-1836 η Μονή διαλύθηκε με απόφαση της Βαυαρικής Αντιβασιλείας, με τη δικαιολογία ότι είχε κάτω από έξι μοναχούς.
Η Μονή Τιμίου Προδρόμου Αρκαδίας ιδρύθηκε, σύμφωνα με την παράδοση, τον 8ο αιώνα. Εκεί, ίσως υπήρξε κατά τα αρχαία χρόνια, βωμός και σπήλαιο του θεού Πάνα, το οποίο είδε ο Παυσανίας στα αριστερά του δρόμου που ένωνε την Αρχαία Τεγέα με την Λακεδαίμονα. Από μεταγενέστερη επιγραφή στην είσοδο του μοναστηριού, η ιστορική του παρουσία ξεκινά το 1126. Σύμφωνα με την παράδοση, όταν χτιζόταν το μοναστήρι, ένας μάστορας γκρεμίστηκε μαζί με ένα πελεκημένο λιθάρι. Όταν οι υπόλοιποι κατέβηκαν για να τον μαζέψουν, τον είδαν να ανεβαίνει το μονοπάτι με το λιθάρι στον ώμο.
Κατά την Επανάσταση του 1821, το μοναστήρι, λόγω της απρόσιτης του θέσης, χρησίμευσε ως ορμητήριο εναντίον των Τούρκων, ως στρατιωτικό νοσομοκείο, αλλά και ως καταφύγιο του άμαχου πληθυσμού. Τον Μάϊο του 1821, οι μοναχοί συμμετείχαν ενεργά στις μάχες των Δολιανών και των Βερβένων. Το 1826, ο Ιμπραήμ Πασάς πολιόρκησε 2 φορές την μονή, χωρίς αποτέλεσμα. Η μονή Προδρόμου, ήταν ενοριακή και υπαγόταν στην Μητρόπολη Άργους και Ναυπλίου. Σήμερα η μονή είναι ανδρική και υπάγεται στην Μητρόπολη Μαντινείας και Κυνουρίας. Βρίσκεται χτισμένη πάνω σε έναν βράχο, πάνω από το φαράγγι του ποταμού Τάνου, καθιστώντας την απρόσιτη. Είναι χτισμένη με παραδοσιακό τρόπο, καθώς περιλαμβάνει μία στενή αυλή και τα κτήριά της μαζί με καμάρες, πέτρινες σκάλες, χαγιάτια κ.α. Το καθολικό της βρίσκεται στο δεύτερο όροφο της νότιας πτέρυγας, χτισμένο σε ένα κοίλωμα του βράχου. Το καθολικό είναι ένας τρουλαίος ναός, που έχει χτιστεί σε ακανόνιστο σχήμα Γ, έτσι ώστε να προσαρμόζεται στην μορφολογία του σπηλαίου. Στο εσωτερικό του, έχουν διατηρηθεί τμήματα αγιογραφιών, έργα του 18ου αιώνα από τον ναυπλιώτη Ιερομόναχο Ιερεμία. Το ξυλόγλυπτο τέμπλο του ναού, φέρει αξιόλογες εικόνες, φιλοτεχνημένες τον 18ο αιώνα. Δίπλα από το καθολικό, υπάρχει ένας στενόμακρος δρόμος που οδηγεί στο σπήλαιο, χωρίς να είναι γνωστό που καταλήγει. Μερικοί πιστεύουν ότι οδηγεί στην Μονή Μαλεβής.
Η μονή είναι σήμερα πλήρως ανακαινισμένη. Έχει δύο μετόχια: τον Άγιο Χαράλαμπο στον Στόλο και τον ερειπωμένο ναό του Αγίου Νικολάου στην Περδικόβρυση. Απαριθμεί σήμερα 4 μοναχούς. Εορτάζει στις 6 Σεπτεμβρίου, εννέα μέρες μετά την εορτή του Προδρόμου και στις 14 Σεπτεμβρίου του Τιμίου Σταυρού.
Ο αρχαιολογικός χώρος της Αρχαίας Γόρτυνος βρίσκεται σε μαγευτική τοποθεσία, δίπλα στο Λούσιο ποταμό, στην έξοδο του φαραγγιού του και κοντά στα χωριά Ελληνικό (7 χιλ.) και Ατσίχoλος (3 χιλ.). Σύμφωνα με τις τοπικές παραδόσεις την έκτισε ο Γόρτυς, δισέγγονος του βασιλιά Αρκάδα. Η πόλη είχε Ασκληπιείο, ισχυρό τείχος και ήταν φημισμένη για τα λουτρά της. H πόλη ήκμασε τον 4ο π.Χ. αιώνα. Η λουτροθεραπεία ήταν άμεσα συνδεδεμένη με την λατρεία του Ασκληπιού. Αρκετές πληροφορίες για την αρχαία Γόρτυνα δίνει ο Παυσανίας στα "Αρκαδικά" του. Η πόλη ήταν χτισμένη επάνω στον αρχαίο δρόμο που οδηγούσε από την Μεγαλόπολη στην αρχαία Ολυμπία. Από εδώ περνούσαν οι Σπαρτιάτες αθλητές για τους Ολυμπιακούς αγώνες. Αναφέρεται επίσης ότι όταν κατέβηκε ο Μ. Αλέξανδρος στην Πελοπόννησο, από εδώ ήρθε πρώτα για να προσκυνήσει καταθέτοντας την πανοπλία του. Ανασκαφές του 1952 απεκάλυψαν τα λουτρά και έδειξαν ότι η πόλη καταστράφηκε τον 2ο μ.Χ. αιώνα.Έχουν ανακαλυφθεί ερείπια της πόλης, οι δύο οχυρωματικοί της περίβολοι, ενός ναού του Ασκληπιού, των πολύ εξελιγμένων τεχνολογικά εγκαταστάσεων των λουτρών και λείψανα δημόσιων οικοδομημάτων, ιερών και κατοικιών. Εύκολη είναι η πρόσβαση μόνο για το Ασκληπιείο. Δίπλα από τον αρχαιολογικό χώρο περνά ο δρόμος Ελληνικού-Ατσίχoλου. Στη θέση του ποταμού υπάρχει το παλιό μονότοξο πέτρινο γεφύρι του Πολυγένη και πολύ κοντά η βυζαντινή εκκλησία του Αγίου Ανδρέα Γόρτυνος και ο παλιός νερόμυλος του Κόκορη. Σε μικρή απόσταση στο δρόμο για τον Ατσίχoλο, αρχίζουν τα αναπλασμένα μονοπάτια του φαραγγιού του Λούσιου, που αποτελούν ιδεώδεις πεζοπορικές διαδρομές. Στο σημείο αυτό υπάρχει σχετική σήμανση με πινακίδες.
Η Μονή Φιλοσόφου είναι μοναστήρι το οποίο βρίσκεται στην χαράδρα του ποταμού Λούσιου, νότια της Δημητσάνας, στο Νομό Αρκαδίας.
Είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου και γιορτάζει στην απόδοση της εορτής, στις 23 Αυγούστου. Είναι χτισμένη στη δυτική πλευρά του φαραγγιού του Λούσιου, 11 χλμ. νοτιοδυτικά της Δημητσάνας και περίπου 86 χλμ. από την Τρίπολη. Η Μονή αποτελείται από δύο μοναστηριακά συγκροτήματα, ένα παλαιό και ένα νέο, τα οποία βρίσκονται σε μικρή απόσταση μεταξύ τους.
Η παλαιά Μονή Φιλοσόφου είναι η πιο ιστορική και παλαιά μονή της Αρκαδίας και από τα παλαιότερα βυζαντινά μνημεία της Ελλάδας. Ιδρύθηκε το 963 από τον Ιωάννη Λαμπαρδόπουλο από τη Δημητσάνα, τον επονομαζόμενο «φιλόσοφο», ο οποίος ήταν γραμματέας («Πρωτοκρίτης») του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά. Από το προσωνύμιό του πήρε και η Μονή το όνομά της. Είχε χαρακτηριστεί σταυροπηγιακή. Ήταν χτισμένη στο εσωτερικό μιας σπηλιάς, πάνω από μια απόκρημνη χαράδρα και σήμερα διατηρείται μόνο ένα μικρό εκκλησάκι Βυζαντινής τεχνοτροπίας του 10ου αιώνα με τις αξιόλογες τοιχογραφίες του. Είναι ναός εγγεγραμμένος τετράστηλος σταυροειδής με οκτάπλευρο τρούλο. Από την υπόλοιπη μονή σώζονται μόνο ερείπια κελλιών και άλλων κτισμάτων, καθώς και μια στέρνα.
Η παλαιά μονή είναι γνωστή και ως «Κρυφό Σχολειό», γιατί κατά την παράδοση λειτουργούσε εκεί στα χρόνια της Τουρκοκρατίας σχολείο που αργότερα εξελίχθηκε σε σπουδαία ιερατική σχολή που λειτούργησε στη Νέα Μονή. Στη Σχολή αυτή φοίτησε πλήθος δασκάλων, ιερέων, μοναχών, ανωτέρων κληρικών, καθώς και ηγετικές μορφές της Εκκλησίας. Από αυτήν αναδείχτηκαν τέσσερις πατριάρχες Ιεροσολύμων, δύο Οικουμενικοί Πατριάρχες και πολλοί ανώτατοι εκκλησιαστικοί άνδρες (Γρηγόριος ο Ε΄, Παλαιών Πατρών Γερμανός).
Η νέα Μονή Φιλοσόφου ιδρύθηκε μετά τα μέσα του 17ου αιώνα (λειτουργούσε ήδη το 1691). Βρίσκεται σε απόσταση τετρακοσίων περίπου μέτρων από την παλαιά Μονή, σε ομαλότερη θέση. Το καθολικό της κτίστηκε το 1661, και κατόπιν κτίσθηκαν και αρκετά κελλιά, χωρίς όμως να εγκαταλειφθεί η παλαιά μονή. Το τέμπλο του καθολικού είναι ξυλόγλυπτο με εξαιρετική διακόσμηση και φέρει εικόνες κρητικής τεχνοτροπίας που αποδίδονται στο ζωγράφο Βίκτωρα (1663). Ο ναός αγιογραφήθηκε το 1693 με δαπάνη του «Μαυραηδή-πασά Φαρμάκη» από τη Στεμνίτσα, ο οποίος είχε εξισλαμισθεί, αλλά επανήλθε στο Χριστιανισμό επί Ενετοκρατίας. Απεικόνιση του χορηγού υπάρχει στη δυτική πλευρά του ναού (υπό τη μορφή τυπικού Ανατολίτη με βλοσυρό ύφος, πολυτελές ένδυμα και κομπολόι) δίπλα στην αγία Ελένη.
Μεταξύ των ετών 1834-1836 η Μονή διαλύθηκε με απόφαση της Βαυαρικής Αντιβασιλείας, με τη δικαιολογία ότι είχε κάτω από έξι μοναχούς.
Η Μονή Τιμίου Προδρόμου Αρκαδίας ιδρύθηκε, σύμφωνα με την παράδοση, τον 8ο αιώνα. Εκεί, ίσως υπήρξε κατά τα αρχαία χρόνια, βωμός και σπήλαιο του θεού Πάνα, το οποίο είδε ο Παυσανίας στα αριστερά του δρόμου που ένωνε την Αρχαία Τεγέα με την Λακεδαίμονα. Από μεταγενέστερη επιγραφή στην είσοδο του μοναστηριού, η ιστορική του παρουσία ξεκινά το 1126. Σύμφωνα με την παράδοση, όταν χτιζόταν το μοναστήρι, ένας μάστορας γκρεμίστηκε μαζί με ένα πελεκημένο λιθάρι. Όταν οι υπόλοιποι κατέβηκαν για να τον μαζέψουν, τον είδαν να ανεβαίνει το μονοπάτι με το λιθάρι στον ώμο.
Κατά την Επανάσταση του 1821, το μοναστήρι, λόγω της απρόσιτης του θέσης, χρησίμευσε ως ορμητήριο εναντίον των Τούρκων, ως στρατιωτικό νοσομοκείο, αλλά και ως καταφύγιο του άμαχου πληθυσμού. Τον Μάϊο του 1821, οι μοναχοί συμμετείχαν ενεργά στις μάχες των Δολιανών και των Βερβένων. Το 1826, ο Ιμπραήμ Πασάς πολιόρκησε 2 φορές την μονή, χωρίς αποτέλεσμα. Η μονή Προδρόμου, ήταν ενοριακή και υπαγόταν στην Μητρόπολη Άργους και Ναυπλίου. Σήμερα η μονή είναι ανδρική και υπάγεται στην Μητρόπολη Μαντινείας και Κυνουρίας. Βρίσκεται χτισμένη πάνω σε έναν βράχο, πάνω από το φαράγγι του ποταμού Τάνου, καθιστώντας την απρόσιτη. Είναι χτισμένη με παραδοσιακό τρόπο, καθώς περιλαμβάνει μία στενή αυλή και τα κτήριά της μαζί με καμάρες, πέτρινες σκάλες, χαγιάτια κ.α. Το καθολικό της βρίσκεται στο δεύτερο όροφο της νότιας πτέρυγας, χτισμένο σε ένα κοίλωμα του βράχου. Το καθολικό είναι ένας τρουλαίος ναός, που έχει χτιστεί σε ακανόνιστο σχήμα Γ, έτσι ώστε να προσαρμόζεται στην μορφολογία του σπηλαίου. Στο εσωτερικό του, έχουν διατηρηθεί τμήματα αγιογραφιών, έργα του 18ου αιώνα από τον ναυπλιώτη Ιερομόναχο Ιερεμία. Το ξυλόγλυπτο τέμπλο του ναού, φέρει αξιόλογες εικόνες, φιλοτεχνημένες τον 18ο αιώνα. Δίπλα από το καθολικό, υπάρχει ένας στενόμακρος δρόμος που οδηγεί στο σπήλαιο, χωρίς να είναι γνωστό που καταλήγει. Μερικοί πιστεύουν ότι οδηγεί στην Μονή Μαλεβής.
Η μονή είναι σήμερα πλήρως ανακαινισμένη. Έχει δύο μετόχια: τον Άγιο Χαράλαμπο στον Στόλο και τον ερειπωμένο ναό του Αγίου Νικολάου στην Περδικόβρυση. Απαριθμεί σήμερα 4 μοναχούς. Εορτάζει στις 6 Σεπτεμβρίου, εννέα μέρες μετά την εορτή του Προδρόμου και στις 14 Σεπτεμβρίου του Τιμίου Σταυρού.
Ο αρχαιολογικός χώρος της Αρχαίας Γόρτυνος βρίσκεται σε μαγευτική τοποθεσία, δίπλα στο Λούσιο ποταμό, στην έξοδο του φαραγγιού του και κοντά στα χωριά Ελληνικό (7 χιλ.) και Ατσίχoλος (3 χιλ.). Σύμφωνα με τις τοπικές παραδόσεις την έκτισε ο Γόρτυς, δισέγγονος του βασιλιά Αρκάδα. Η πόλη είχε Ασκληπιείο, ισχυρό τείχος και ήταν φημισμένη για τα λουτρά της. H πόλη ήκμασε τον 4ο π.Χ. αιώνα. Η λουτροθεραπεία ήταν άμεσα συνδεδεμένη με την λατρεία του Ασκληπιού. Αρκετές πληροφορίες για την αρχαία Γόρτυνα δίνει ο Παυσανίας στα "Αρκαδικά" του. Η πόλη ήταν χτισμένη επάνω στον αρχαίο δρόμο που οδηγούσε από την Μεγαλόπολη στην αρχαία Ολυμπία. Από εδώ περνούσαν οι Σπαρτιάτες αθλητές για τους Ολυμπιακούς αγώνες. Αναφέρεται επίσης ότι όταν κατέβηκε ο Μ. Αλέξανδρος στην Πελοπόννησο, από εδώ ήρθε πρώτα για να προσκυνήσει καταθέτοντας την πανοπλία του. Ανασκαφές του 1952 απεκάλυψαν τα λουτρά και έδειξαν ότι η πόλη καταστράφηκε τον 2ο μ.Χ. αιώνα.Έχουν ανακαλυφθεί ερείπια της πόλης, οι δύο οχυρωματικοί της περίβολοι, ενός ναού του Ασκληπιού, των πολύ εξελιγμένων τεχνολογικά εγκαταστάσεων των λουτρών και λείψανα δημόσιων οικοδομημάτων, ιερών και κατοικιών. Εύκολη είναι η πρόσβαση μόνο για το Ασκληπιείο. Δίπλα από τον αρχαιολογικό χώρο περνά ο δρόμος Ελληνικού-Ατσίχoλου. Στη θέση του ποταμού υπάρχει το παλιό μονότοξο πέτρινο γεφύρι του Πολυγένη και πολύ κοντά η βυζαντινή εκκλησία του Αγίου Ανδρέα Γόρτυνος και ο παλιός νερόμυλος του Κόκορη. Σε μικρή απόσταση στο δρόμο για τον Ατσίχoλο, αρχίζουν τα αναπλασμένα μονοπάτια του φαραγγιού του Λούσιου, που αποτελούν ιδεώδεις πεζοπορικές διαδρομές. Στο σημείο αυτό υπάρχει σχετική σήμανση με πινακίδες.
Waypoints
You can add a comment or review this trail
Comments